Τρίτη 9 Ιουνίου 2015

Μια φιλική αντιπαράθεση για το θέμα της εκλογής διευθυντών

Ο φίλος και συνάδελφος Χρήστος Τσακνάκης δημοσίευσε επώνυμα στην εκπαιδευτική ιστοσελίδα esos.gr μια σειρά σκέψεις του γύρω από το νέο σύστημα επιλογής διευθυντών. Μεταφέρω εδώ αυτούσιο το σχόλιό του:
Σε λίγες ημέρες θα πραγματοποιηθούν στις σχολικές μονάδες Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης σε όλη την Ελλάδα εκλογές για την ανάδειξη των νέων Διευθυντών. Το αποτέλεσμα της ψηφοφορίας θα διαμορφώσει συντριπτικά την τελική επιλογή του νέου Δ/ντη. Είναι μια διαδικασία πρωτόγνωρη και ταυτόχρονα λογικοφανής με στοιχεία άμεσης δημοκρατίας.
Φοβάμαι όμως ότι η εκλογική αυτή διαδικασία θα δημιουργήσει, ως μη όφειλε, παρεξηγήσεις, ψυχρότητα και διχαστικές καταστάσεις μέσα στο σύλλογο διδασκόντων.
Οι σύλλογοι δοκιμάστηκαν ιδιαίτερα τα τελευταία δυο χρόνια με την απειλή της αξιολόγησης. Δημιουργήθηκαν εντάσεις, εκνευρισμοί και γενικότερα διαταράχτηκε η συνοχή και η λειτουργία τους. Η εκπαιδευτική κοινότητα εμφάνισε σαφή σημεία κόπωσης.
Η αναστολή εφαρμογής της αξιολόγησης που ανακοινώθηκε από τη νέα ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας επανέφερε, σε μεγάλο βαθμό, στους συλλόγους διδασκόντων την ηρεμία και συνέβαλε στην αποκατάσταση περισσότερο υγιών και ειλικρινών σχέσεων μεταξύ των εκπαιδευτικών και κυρίως στη σχέση τους με τον Διευθυντή της σχολικής μονάδας.

Δυστυχώς τις τελευταίες μέρες με την επερχόμενη ψηφοφορία διαμορφώνεται σε πολλά σχολεία ένα κλίμα «προεκλογικό» που ενέχει διχαστικά χαρακτηριστικά ενώ ταυτόχρονα διανθίζεται από ψήγματα φαιδρότητας.
Προχωρώντας στην ουσία του πρόσφατα ψηφισθέντος σχετικού νόμου και της εγκυκλίου που καθορίζει τις λεπτομέρειες, επισημαίνω ότι σύμφωνα με αυτόν ο εκπαιδευτικός-εκλογέας υποχρεώνεται να ψηφίσει-επιλέξει μόνο έναν από τους υποψήφιους.  Έτσι στις περιπτώσεις εκείνες που υπάρχουν δυο ή και περισσότεροι άξιοι υποψήφιοι οδηγείται σε αδιέξοδα και ανώφελα διλλήματα.
Πρακτικά η παραπάνω δεσμευτική διαδικασία, δηλ. η υπερψήφιση ενός μόνο υποψήφιου ερμηνεύεται ως αποδοκιμασία των άλλων. Άθελα του λοιπόν ο εκλογέας λειτουργεί εξόχως ισοπεδωτικά μηδενίζοντας, δια της «ψήφου» του, την εκπαιδευτική πορεία άξιων συναδέλφων.

Επιπλέον, ενώ σύμφωνα με το νόμο η ψηφοφορία είναι μυστική, ουσιαστικά (ιδιαίτερα σε «μικρομεσαίους» συλλόγους διδασκόντων) η μυστικότητα παραβιάζεται απροκάλυπτα λόγω του μικρού αριθμού των ψηφοφόρων, κάτι που καταστρατηγεί το γράμμα αλλά και το πνεύμα της υπουργικής απόφασης και εν πολλοίς αντιβαίνει στον θεμελιώδη νόμο της Ελληνικής Πολιτείας.
Η διαδικασία μειονεκτεί, κατά τη γνώμη μου και στο γεγονός ότι ο υποψήφιος διευθυντής δεσμεύεται να εκδηλώσει το ενδιαφέρον του σε τρεις (3) κατ’ ανώτατο όριο σχολικές μονάδες.
Ο δραστικός περιορισμός των επιλογών-επιθυμιών του υποψήφιου Δ/ντη εντάσσει τους ενδιαφερομένους σε ένα  ιδιότυπο καθεστώς εκπαιδευτικών «υπό απαγόρευση», λειτουργώντας ανασχετικά και αποθαρρυντικά για πολλούς άξιους συναδέλφους να εκδηλώσουν το ενδιαφέρον τους για τη διεκδίκηση κάποιας θέσης.

Κατά τη γνώμη μου οι εκπαιδευτικοί, προκειμένου να διαφυλάξουν την ενότητα του κλάδου και την αξιοπρέπεια τους αλλά και να προστατεύσουν το κύρος των μελλοντικών Δ/ντων, πρέπει να αρνηθούν να συμμετάσχουν στην εκλογική διαδικασία.
Η αποχή τους από την ψηφοφορία θα αποτρέψει τη νομιμοποίηση, αφενός της έμμεσης παραβίασης της μυστικότητας της ψηφοφορίας και αφετέρου του περιορισμού του δικαιώματος τους να επιλέξουν περισσότερους του ενός  άξιους και ικανούς υποψήφιους.
Επιπλέον θα απαλλάξει τους εκπαιδευτικούς από τυχόντα συνειδησιακά προβλήματα και θα διαφυλάξει την ενότητα και τη σύμπνοια του συλλόγου των διδασκόντων. 

Φοβάμαι ότι η εκλογική διαδικασία-παρωδία θα αποτελέσει ισχυρό παράγοντα και εστία δημιουργίας παρεξηγήσεων και διαρκών αμφισβητήσεων, θα συμβάλλει στη σύσταση άτυπων «φατριών» μέσα στο σύλλογο διδασκόντων, θα ενθαρρύνει ενδεχομένως τη διατύπωση ευτελών ή και μικροπρεπών απαιτήσεων-υπηρεσιακών «διευκολύνσεων», με άμεση επίπτωση στη συνοχή και την αλληλεγγύη μεταξύ του συλλόγου διδασκόντων και ευρύτερα της τοπικής εκπαιδευτικής κοινότητας.
Τσακνάκης Χρήστος – Φυσικός
Εκπαιδευτικός Δευτεροβάθμιας Εκπ/σης Καστοριάς


Και ένα δικό μου σχόλιο πάνω στις απόψεις του Χρήστου:

Σεβαστέ μου φίλε και συνάδελφε Χρήστο, καταλαβαίνω τη λογική βάση της διαφωνίας σου και χαίρομαι για τον πολιτισμένο λόγο που επιστρατεύεις, για να την υποστηρίξεις, πράγμα δυστυχώς όχι και τόσο αυτονόητο, όπως διαπιστώνει κανείς συχνά από κάποιες αγοραίες κραυγές που εκφράζονται ανώνυμα στα διάφορα εκπαιδευτικά φόρουμ.
Επίτρεψέ μου όμως να εκφράσω κι εγώ τη διαφωνία μου με το δικό σου σκεπτικό. Ξεκινώ από την τετριμμένη πια αναφορά στην απλή σύγκριση του παλαιού συστήματος με το τωρινό. Η ουσιαστική διαφορά λοιπόν εντοπίζεται στην αντικατάσταση του 7/μελούς συμβουλίου κρίσεων που διεξήγε την περίφημη "συνέντευξη" με την εμπλοκή του συλλόγου διδασκόντων σε ποσοστό 33% στη διαδικασία εκλογής διευθυντή. Παρόλο που υπάρχουν αξιοσημείωτες και βάσιμα συζητήσιμες διαφορές και στο κομμάτι των τυπικών προσόντων, είναι φανερό ότι η όλη συζήτηση επικεντρώθηκε στο πρώτο κομμάτι. Και όχι άδικα, αφού η συγκεκριμένη καινοτομία πράγματι έχει στοιχεία πρωτοποριακής λογικής και πάντως αποτελεί μια μεταρρύθμιση που ενδεχομένως (προσωπικά το ελπίζω) θα εμπεδωθεί στη συνείδηση της εκπαιδευτικής κοινότητας και θα προχωρά στο μέλλον θεραπεύοντας στη διαδρομή της τις όποιες αδυναμίες θα διαγνωστούν από την πρώτη της εφαρμογή.
Δε θέλω να απεραντολογώ, μιας και ήδη αρκετοί σχολιαστές αναφέρθηκαν στο σοβαρό βήμα εκδημοκρατισμού που συνιστά η εν λόγω καινοτομία. Βρίσκω περίπου αυτονόητο το δικαίωμα κάθε κοινότητας να έχει αποφασιστικό λόγο στην επιλογή του ατόμου που θα ρυθμίζει το βηματισμό της. Οι αντιρρήσεις σου πάνω στην αυτονόητη αυτή αντίληψη θα έπρεπε να λαμβάνουν υπόψη τους ποιες λογικές κυριαρχούσαν στο παρελθόν ως προς την επιλογή αυτού του ατόμου. Για να μην κρυβόμαστε λοιπόν πίσω από περιστροφές, είναι πασίγνωστη η κομματικοκρατούμενη εν πολλοίς αντίληψη του παλαιού συμβουλίου, η οποία κατέληγε σε επιλογές προσώπων συχνότατα συζητήσιμης επάρκειας για το συγκεκριμένο ρόλο, τα οποία τοποθετούσε στα σχολεία με αποκλειστικό κριτήριο το προσωπικό τους γούστο ερήμην φυσικά των άμεσα ενδιαφερομένων. Αυτή η πραγματικότητα και μόνον αρκεί για να αποδεχθεί κανείς, έστω και με τις όποιες εύλογες επιφυλάξεις του, την υπεροχή του νέου συστήματος.
Φυσικά και υπάρχουν από όλους μας αρκετές επιφυλάξεις, όπως είπα, και αρκετές αδυναμίες, πολλές από τις οποίες σωστά εντόπισες. Ωστόσο πιστεύω πως όλες αυτές οι αδυναμίες (κυρίως διαδικαστικού και τεχνικού χαρακτήρα) αποτελούν αυτή τη στιγμή δευτερεύουσας σημασίας ζητήματα, σε σχέση με το μείζον που συνιστά η θεμελιώδης διαφορά των δύο συστημάτων. Πιστεύω επίσης ότι στο χέρι όλων μας είναι να δείξουμε την απαιτούμενη ωριμότητα ως λειτουργοί της εκπαίδευσης, ώστε να μην επιτρέψουμε να καρποφορήσουν οι ενδεχόμενες δόλιες μεθοδεύσεις όσων επιδιώξουν να καπηλευτούν τη διαδικασία.
Θα υπάρξουν και παρατράγουδα, ανθρώπινο και αναπόφευκτο είναι κάτι τέτοιο, αλλά πιστεύω απόλυτα ότι η ουσιαστική στόχευση της συγκεκριμένης μεταρρύθμισης συνδέεται με τη θεμελιώδη, αν και πάντα ανεκπλήρωτη, επιδίωξη του νόμου, δηλαδή την αναβάθμιση του συλλόγου διδασκόντων στο κορυφαίο όργανο διοίκησης της σχολικής μονάδας. Στην πράξη, όχι στις διακηρύξεις. Επιμένουμε άγονα τόσες δεκαετίες σ' ένα διευθυντοκεντρικό μοντέλο διοίκησης, το οποίο είναι καιρός πια να υποχωρήσει, για να διαμορφώσουμε ένα δημοκρατικό σχολείο που να υλοποιεί γόνιμα τις αξίες της ομαδοσυνεργατικής αντίληψης.
 

Δεν υπάρχουν σχόλια: